Η Σίφνος πήρε το όνομα της από τον Σίφνο, γιο του Αττικού ήρωα Σουνίου και πρώτου οικιστή του νησιού. Κατά μια άλλη εκδοχή, η λέξη Σίφνος προέρχεται από την αρχαία λέξη «σιφνός», που σημαίνει κενός / κούφιος (πιθανότατα λόγω των μεταλλείων και των ορυχείων της). Ο Λατίνος Πλίνιος αναφέρει πως πολύ παλιά, το νησί λεγόταν «Μερόπα».
Από τους τάφους και τα θεμέλια που ανακαλύφθηκαν, προκύπτει το συμπέρασμα ότι η πρώτη κατοίκηση του νησιού έγινε γύρω στην 3η χιλιετία π.Χ. από τους Πελασγούς. Κατόπιν ήρθαν οι Κάρες, οι Λέλεγες και έπειτα οι Φοίνικες, μέχρι που εγκαταστάθηκαν στο νησί, στα μέσα της 2ης χιλιετηρίδας, τα ελληνικά φύλα.
Σύμφωνα με τον αρχαίο ιστορικό Ηρόδοτο, οι Σίφνιοι ήταν οι πλουσιότεροι ανάμεσα στους νησιώτες, χάρη στα χρυσωρυχεία, τα αργυρωρυχεία και την ανάπτυξη της κεραμικής τέχνης. Η εκμετάλλευση τους χρονολογείται από τα μέσα της 3ης χιλιετίας π.Χ. και το αργυρωρυχείο του νησιού ήταν το δεύτερο αρχαιότερο στον κόσμο.
Ενδεικτικό του πλούτου του νησιού το γεγονός πως οι Σίφνιοι ήταν οι πρώτοι που έκοψαν χρυσό νόμισμα και οι πρώτοι που χάραξαν και τις δυο όψεις των νομισμάτων. Επίσης ενδεικτικό το γεγονός πως η Σίφνος είχε έναν από τους ωραιότερους «Θησαυρούς» στους Δελφούς (οι Θησαυροί ήταν κτίρια με πλούσια αφιερώματα από τις πόλεις της Ελλάδας. Ο γνωστός «Θησαυρός των Σιφνίων» ήταν ένα κτήριο ιωνικού ρυθμού με πλούσια γλυπτική διακόσμηση, ιδιαίτερη αισθητική και καλλιτεχνική αξία – το πρώτο ολομάρμαρο κτίριο της Ηπειρωτικής Ελλάδας).
Κατά τους περσικούς πολέμους, η Σίφνος έλαβε μέρος στη ναυμαχία της Σαλαμίνας και αργότερα έγινε μέλος της Α’ και Β’ Αθηναϊκής Συμμαχίας. Το όνομα του νησιού χαράχτηκε, μετά τους πολέμους, μαζί με τα άλλα ονόματα των πόλεων που πήραν μέρος και διακρίθηκαν στους πολέμους, στον «Τρίποδα των Δελφών».
Μετά τη Σταυροφορία του 1204, η Σίφνος πέρασε από διάφορα καθεστώτα και ηγεμόνες. Εντάχθηκε στο Δουκάτο της Νάξου που ίδρυσε το 1207 ο Μάρκος Σανούδος. Το 1269 καταλήφθηκε ξανά από τους Βυζαντινούς, ενώ το 1307 περιήλθε στο Γιαννούλη Ντακορώνια. Το 1464 η Σίφνος πέρασε στην οικογένεια Γκοζαντίνι μέχρι και το 1537, που την κυρίευσε ο Αρχιπειρατής Βαρβαρόσσα. Μετά από μερικά χρόνια οι Βενετοί την παίρνουν πίσω αλλά στις αρχές του 17ου αιώνα την κατέλαβαν πάλι οι Τούρκοι.
Από τότε το νησί, απολαμβάνοντας και ορισμένα προνόμια από τους Τούρκους, άρχισε να αναπτύσσεται ραγδαία. Στα μέσα του 17ου αιώνα, είχε 50 εμπορικά πλοία. Ο επισκέπτης S. Rughieri θα αναφέρει στο Βατικανό ότι οι Σίφνιοι είναι εργατικοί και εξαίρετοι ναυτικοί. Το νησί έχει μεγάλη εμπορική κίνηση, παράγει υφαντά, έχει πεντακάθαρα σπίτια και οι κάτοικοι του είναι οι πιο αξιέπαινοι των νησιωτών.
Η Σίφνος είναι ένα πολύ όμορφο νησί, με παραλίες, μονοπάτια, μοναστήρια, ιστορικές τοποθεσίες, μουσεία, εκκλησίες κ.ο.κ. Είναι πολύ γνωστό για την αρχιτεκτονική των σπιτιών του (λιτή κυκλαδική) αλλά και για την αγγειοπλαστική, μια παλιά παράδοση στο νησί, τα προϊόντα της οποίας θα τα βρούμε σε πολλά καταστήματα (οι παλιοί της εποχής μας λέγανε πως «Σιφνιός» είναι συνώνυμο του «κανατά»).