Είναι ένα μικρό άγονο νησί. Στην αρχαιότητα ονομαζόταν Αίγιλα. Η Αίγιλα, βρισκόταν στην είσοδο του Αιγαίου, στο πέρασμα ανάμεσα στα Κύθηρα και την Κρήτη, για αυτό και είχε μεγάλη στρατηγική σημασία.
Δεν είναι γνωστό ποια ήταν τα αρχαία λιμάνια του νησιού γιατί η στάθμη της θάλασσας άλλαξε με το μεγάλο σεισμό το 365 μ.Χ. Το νησί ανυψώθηκε περίπου 2-3 μέτρα και άλλαξε σημαντικά η μορφή των όρμων και των λιμένων του. Πιστεύεται ότι οι κάτοικοί του ασχολούνταν με την πειρατεία γιατί κάποιοι άλλοι νησιώτες αναφέρονταν στους κατοίκους του ως “Αιγιλείς ληστές”.
Οι ανασκαφές έχουν δείξει ότι το νησί είχε ήδη ένα κάστρο ή ακρόπολη εκείνη την εποχή, που ήταν μάλλον ο χώρος στον οποίο αποσύρονταν οι πειρατές κάτοικοι του νησιού για προστασία. Τον 1ο π.Χ. αιώνα τα Αντικύθηρα φαίνεται να ανήκαν στην κρητική πόλη Φαλάσαρνα, ή ότι είχαν στενές σχέσεις με αυτήν, αφού στο νησί έχουν βρεθεί χάλκινα νομίσματά της με παράσταση του Απόλλωνος και της Αρτέμιδος.
Η Αίγιλα καταστράφηκε όταν οι Ρωμαίοι εξόντωσαν όλα τα μέρη που πίστευαν ότι ήταν πειρατικά ορμητήρια. Το νησί κατοικείται ξανά μετά το 4ο αιώνα μ.Χ. Πιθανότατα έχει καταληφθεί από τους Άραβες και αργότερα μετά την Βυζαντινή αυτοκρατορία από τους Φράγκους και τους Ενετούς. Κατά την Τουρκοκρατία που ήταν υπό τους Ενετούς, χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο πολλών Πελοποννησίων και Κρητικών που ήθελαν να ξεφύγουν από τους Τούρκους. Ακολουθώντας την ιστορία των Επτανήσων, το νησί πέρασε στα χέρια των Άγγλων, οι οποίοι το έκαναν τόπο εξορίας. Ενώθηκε με την Ελλάδα το 1864, μαζί με τα Επτάνησα.
Τα ερείπια του κάστρου των ελληνιστικών χρόνων βρίσκονται στο λόφο, πάνω από την σημερινή παραλία του Ξεροπόταμου, και σε κάποια σημεία τα τείχη φτάνουν τα 4 – 6 μέτρα. Από την έως τώρα ανασκαφική έρευνα φαίνεται ότι η οχύρωση κατασκευάστηκε προς τα τέλη του 4 ου αιώνα. Στην ανατολική όχθη του ρέματος του Ξηροποτάμου, δυο μονοπάτια οδηγούσαν στον οχυρωμένο οικισμό. Το δυτικό μονοπάτι, που βρίσκεται πολύ κοντά στην παραλία, ήταν στενό και δεν επέτρεπε τη διέλευση τροχοφόρων. Σε πολλά σημεία διακρίνεται ακόμα το προστατευτικό ανάλημμα, καθώς και λαξευμένα ή διαμορφωμένα με λίθους, σκαλοπάτια. Η αρχαία πόλη ήταν κτισμένη στη δυτική πλαγιά της χερσονήσου. Στο νότιο τμήμα του τείχους που ήταν στραμμένο προς την ενδοχώρα του νησιού και ήταν προσβάσιμο από το εσωτερικό του νησιού άνοιγε μια δεύτερη πύλη, στην οποία κατέληγε στο δεύτερο, πιο βατό μονοπάτι ανατολικά του λιμανιού.
Στις εκβολές του ρέματος του Ξηροποτάμου, κτισμένο το δεύτερο μισό του 4ου αι. π.Χ., βρέθηκε ένα παραλιμένιο ιερό του Απόλλωνος και της Αρτέμιδος. Ο άξονας του ναού έχει κατεύθυνση ΝΔ προς ΒΑ με κλίση 45° από την παράλληλο, στην ευθεία της Δήλου. Ο περίβολος του ιερού φαίνεται ότι βρισκόταν σε επαφή με το λιμάνι. To 1888, αγροτικές εργασίες στο χώρο έφεραν στο φως ένα ακέφαλο άγαλμα του «Κιθαρωδού Απόλλωνος».
Στον Ποταμό σώζεται ο Νερόμυλος του Ανδρόνικου, που σύμφωνα με τις μαρτυρίες κατασκευάστηκε στις αρχές του 19ου αιώνα και δούλευε συνήθως μόνο το χειμώνα. Σώζεται η στέρνα και ο υδατόπυργος, χτισμένος από τρυπημένους πωρόλιθους, που συνδεόταν με μια ιδιάζουσα διάταξη διακοπής της παροχής νερού από τη στέρνα.
Στο ακρωτήριο Απολυτάραις, στο νοτιότερο άκρο των Αντικυθήρων, βρίσκεται ο Φάρος της Απολυτάρας. Η πρόσβαση γίνεται μόνο με σκάφος από τη θάλασσα. Μετά από 20 περίπου χρόνια ερήμωσης, ο φάρος ανακατασκευάστηκε από το Πολεμικό Ναυτικό και επανδρώθηκε ξανά από Φαροφύλακες.
Λόγω της τοποθεσίας του νησιού, πολλά είδη πτηνών σταματούν στα Αντικύθηρα για να ξεκουραστούν πριν συνεχίσουν το ταξίδι τους για την Αφρική ή την Ευρώπη. Η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία έχει εγκαταστήσει σταθμό παρακολούθησης του μεταναστευτικού ρεύματος των πουλιών – από τους σημαντικότερους της Μεσογείου
Στο νησί υπάρχουν αρκετοί μικροί οικισμοί ενώ οι περισσότεροι κάτοικοι (μόλις 45 το χειμώνα) βρίσκονται στο χωριό του Ποταμού, που είναι και το λιμάνι του νησιού.
Στις 16 και 17 Αυγούστου πραγματοποιούνται οι εορτασμοί για τον πολιούχο του νησιού, Άγιο Μύρωνα, και το αντίστοιχο πανηγύρι. Σύμφωνα με την παράδοση, η εικόνα του Αγίου βρέθηκε στα Αντικύθηρα από Κρήτες κυνηγούς την περίοδο που το νησί δεν κατοικούνταν.
Στο στενό των Αντικυθήρων συνέβη το διάσηµο «ναυάγιο των Αντικυθήρων», το οποίοβρέθηκε σε βάθος 60 μέτρων από σφουγγαράδες. Το πλοίο ήταν πιθανώς ρωμαϊκό, «θύµα» κάποιας πολεµικής σύγκρουσης και μετέφερε πολύτιμα αντικείμενα, πιθανότατα, από τη Ρόδο στη Ρώμη επί εποχής Ιούλιου Καίσαρα στα μέσα του 1ου αιώνα π.Χ. Ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων που ανασύρθηκε από το ναυάγιο θεωρείται ένα από τα πρώτα υπολογιστικά συστήματα. Είναι ένας ωρολογιακός μηχανισμός με δεκάδες οδοντωτούς τροχούς μεγάλης ακριβείας, που περιστρέφονται γύρω από πολλούς άξονες, όπως στα μηχανικά ρολόγια, είναι φτιαγμένος από χαλκό και τοποθετημένος μέσα σε ξύλινο πλαίσιο. Εκτιμάται ότι φτιάχτηκε γύρω στο 87 π.Χ. Η πιο αποδεκτή θεωρία σχετικά με τη λειτουργία του υποστηρίζει ότι ήταν ένας αναλογικός υπολογιστής, σχεδιασμένος να υπολογίζει τις κινήσεις των ουράνιων σωμάτων, τις εκλείψεις ηλίου και σελήνης, καθώς και φάσεις αυτής. Μαζί με τον Μηχανισμό βρέθηκαν και αγάλματα, όπως ο γνωστός «Έφηβος». Ο χάλκινος έφηβος έχει ύψος 1,94 μέτρα. Το δεξί του χέρι βρίσκεται εκτεταμένο στα πλάγια και είναι υπερυψωμένο, δημιουργώντας την αίσθηση της κίνησης. Κρατούσε κάποιο αντικείμενο, αλλά αυτό δεν είναι γνωστό, καθώς δεν έχει διασωθεί. Το άγαλμα πιθανόν εικονίζει τον Πάρη, με το μήλο της Έριδος είτε τον Περσέα που κρατάει την κεφαλή της Μέδουσας είτε κάποιον αθλητή που κρατάει σφαίρα.